Παρασκευή, Απριλίου 13, 2007

52η Διεθνής Έκθεση Σύγχρονης Τέχνης Μπιενάλε Βενετίας

Ελληνική Συμμετοχή


« THE END»

Καλλιτέχνης: Νίκος Αλεξίου
Επίτροπος / Επιμελητής: Γιώργος Τζιρτζιλάκης
Αναπληρωτής Επιμελητής : Νάντια Αργυροπούλου



Ο Νίκος Αλεξίου θα παρουσιάσει την εγκατάσταση, The End (Το Τέλος), με επιμέλεια του επιτρόπου Γιώργου Τζιρτζιλάκη, στο Ελληνικό Περίπτερο κατά τη διάρκεια της 52ης Μπιενάλε Τέχνης στη Βενετία.

Σε μια περίοδο διεύρυνσης και αναπροσανατολισμού της σύγχρονης τέχνης, η ελληνική συμμετοχή στη 52η Μπιενάλε της Βενετίας αποβλέπει στη δυνατότητα του διάφορου, στην κριτική επαναδιαπραγμάτευση των εννοιών της ταυτότητας, της επανάληψης του ιδίου ως διαφορά, της νέας χειροτεχνικής συνθήκης, της αισθαντικής υλικότητας και της πολλαπλότητας των καλλιτεχνικών πρακτικών.



Ο Νίκος Αλεξίου (γ. 1960) είναι ο καλλιτέχνης που προσδίδει ένταση σ’ αυτά τα χαρακτηριστικά, αντιπροσωπεύοντας την ανάδειξη της ετερότητας και την ανατροπή των σχέσεων ανάμεσα στο έλασσον και το μείζον.

Μιλώντας με όρους πολιτιστικής πολιτικής, μια τέτοια στάση μοιάζει να ενσαρκώνει με τον καλύτερο τρόπο τις αμφισημίες και τις ναρκωμένες δυνατότητες συμμετοχής στο διεθνή πολιτιστικό διάλογο της ελάσσονος ‘εγχώριας σκηνής’.



Ο Αλεξίου θα παρουσιάσει στη Βενετία ένα σπονδυλωτό έργο-εγκατάσταση το οποίο αντλεί από το επιδαπέδιο ψηφιδωτό του Καθολικού της Ιεράς Μονής Ιβήρων του Αγίου Όρους (10ος-11ος αιώνας).

Ο καλλιτέχνης επισκέφθηκε πολλές φορές το Άγιο Όρος και φιλοξενήθηκε στη Μονή Ιβήρων, σε διάφορα χρονικά διαστήματα από το 1995 μέχρι σήμερα, όπου είχε την ευκαιρία να γνωρίσει την πνευματικότητα, τη ψυχική επιτάχυνση και τις αλλόκοτες διαπροσωπικές εμπειρίες συνύπαρξης του μοναχικού κοινοβίου.



Κατά τη διάρκεια αυτών των χρόνων, μέσα από συνεχείς “αντιγραφές” και επανασχεδιασμούς του ψηφιδωτού δαπέδου επιχείρησε να καταλάβει τα μυστήρια που εμπεριέχει, αναζητώντας τη σημασιολογική του δομή αλλά και τη δίνη του.

Θα μπορούσε να ορίσει κανείς την κινούμενη ακινησία αυτού του δαπέδου σαν ένα σύνθετο ιδεόγραμμα, σαν ένα συμβολικό σύστημα υψηλής περιεκτικότητας, μια συμπύκνωση του Όλου, που σήμερα αποκαλούμε “αποθήκευση δεδομένων”.



Ο Αλεξίου ανήκει σ’ εκείνη τη γενιά καλλιτεχνών που κατά τη δεκαετία του ’80 επεξέτειναν το αντικείμενο της τέχνης στο πεδίο της εγκατάστασης, δηλαδή, σε ένα πλαίσιο έντονα αισθησιακό και υποβλητικό, χρησιμοποιώντας ετερόκλητα υλικά, κατασκευές και τεχνικές ως αντίδραση στη φυσική και απτική εκμηδένιση που είχε οδηγήσει η προτεραιότητα των εικόνων τη σύγχρονη τέχνη.

Ευθύς εξ αρχής στρέφεται σε έναν εύθραυστο και εφήμερο κόσμο, τον οποίο εντάσσει στο εσωτερικό της καλλιτεχνικής γλώσσας μέσα από μη παραστατικές δομές, σχέδια, διακοσμητικά στοιχεία και επαναλαμβανόμενα μοτίβα ως ένα είδος υπαρξιακής μεταφοράς.

Χειροποίητα, δαντελωτά, κομμένα χαρτιά, νήμα βιβλιοδεσίας και κόλες αλλά και ψηφιακή τεχνολογία, είναι τα υλικά του Αλεξίου, σε αυτή την πιο πρόσφατη δουλειά του.

Η δομή του λαβυρίνθου, το πλέγμα του DNA, φυσικά απολιθώματα, αστρικές δίνες, όστρακα, οι φλέβες των μαρμάρων, Η Οδύσσεια του Διαστήματος, του Στάνλεϋ Κιούμπρικ, εικόνες σε παλιά επιστημονικά Αμερικάνικα περιοδικά, η ψυχεδελική γραφιστική των ‘70ς, πνευματικές πρακτικές, ανατολίτικα καφασωτά, bohemian υφάσματα, θεατρικές εμπειρίες, έργα σύγχρονης τέχνης τα οποία συλλέγει σαν ένα είδος χρονικού της εποχής του: αυτές είναι μερικές από τις αναφορές του Αλεξίου.

Η χειροτεχνία είναι, σύμφωνα με τον ίδιο τον καλλιτέχνη, ‘ προέκταση της αναπνοής’.



Ο Νίκος Αλεξίου συμμετείχε στην 23η Μπιενάλε της Αλεξάνδριας (2005), στην έκθεση Outlook, στις εκθέσεις Athens by Art (Ολυμπιακοί Αγώνες, Αθήνα 2004), στην έκθεση Breakthrough! Greece 2004 (Sala Alcala 31, Μαδρίτη, Ισπανία), στην έκθεση Free Transit (?) (κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Προεδρίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Ζάππειο 2004), και στην έκθεση Βραβεία ΔΕΣΤΕ 2003 (Ίδρυμα Τέχνης ΔΕΣΤΕ , Αθήνα) κ.α.

Για περισσότερες πληροφορίες για τον καλλιτέχνη και το ελληνικό περίπτερο,
παρακαλώ επικοινωνήστε με τις διευθύνσεις:
tzir@uth.gr και nadjaarg@otenet.gr
ή ανατρέξτε στην ιστοσελίδα: www.nikosalexiou.com

Επικοινωνία & Τύπος :
Αλέξανδρος I. Στάνας (a.stanas@highlights.gr)

Οργανωτική Υποστήριξη: D. ART







Συναστρία
Για το έργο του Νίκου Αλεξίου

“Η διαλεκτική εικόνα...παράγει τη μορφή της, όπως μια συναστρία
[σχηματίζεται] από τα στραφταλίζοντα στίγματα.”
Walter Benjamin

Σε μια περίοδο διεύρυνσης και αναπροσανατολισμού της σύγχρονης τέχνης, η ελληνική συμμετοχή στη 52η Biennale της Βενετίας αποβλέπει στη δυνατότητα του διάφορου, στην κριτική επαναδιαπραγμάτευση των εννοιών της ταυτότητας, της επανάληψης του ιδίου ως διαφορά, της νέας χειροτεχνικής συνθήκης, της αισθαντικής υλικότητας και της πολλαπλότητας των καλλιτεχνικών πρακτικών. Ο Νίκος Αλεξίου (γ. 1960) είναι ο καλλιτέχνης που προσδίδει ένταση σ’ αυτά τα χαρακτηριστικά, αντιπροσωπεύοντας την ανάδειξη της ετερότητας και την ανατροπή των σχέσεων ανάμεσα στο έλασσον και το μείζον. Μιλώντας με όρους πολιτιστικής πολιτικής, μια τέτοια στάση μοιάζει να ενσαρκώνει με τον καλύτερο τρόπο τις αμφισημίες και τις ναρκωμένες δυνατότητες συμμετοχής στο διεθνή πολιτιστικό διάλογο της ελάσσονος “εγχώριας σκηνής”.
Ο Αλεξίου ανήκει σ’ εκείνη τη γενιά καλλιτεχνών που κατά τη δεκαετία του ’80 επεξέτειναν το αντικείμενο της τέχνης στο πεδίο της εγκατάστασης, δηλαδή, σε ένα πλαίσιο έντονα αισθησιακό και υποβλητικό, χρησιμοποιώντας ετερόκλητα υλικά, κατασκευές και τεχνικές ως αντίδραση στη φυσική και απτική εκμηδένιση που είχε οδηγήσει η προτεραιότητα των εικόνων τη σύγχρονη τέχνη. Ευθύς εξ αρχής στρέφεται σ’ έναν εύθραυστο και εφήμερο κόσμο, τον οποίο εντάσσει στο εσωτερικό της καλλιτεχνικής γλώσσας μέσα από μη παραστατικές δομές, σχέδια, διακοσμητικά στοιχεία και επαναλαμβανόμενα μοτίβα ως ένα είδος υπαρξιακής μεταφοράς.
Ο Αλεξίου παρουσιάζει στη Βενετία ένα σπονδυλωτό έργο-εγκατάσταση το οποίο αντλεί από το επιδαπέδιο ψηφιδωτό του Καθολικού της Ιεράς Μονής Ιβήρων του Αγίου Όρους (10ος-11ος αιώνας). Ο καλλιτέχνης επισκέφθηκε πολλές φορές στο Άγιο Όρος και φιλοξενήθηκε στη Μονή Ιβήρων, σε διάφορα χρονικά διαστήματα από το 1995 μέχρι σήμερα, όπου είχε την ευκαιρία να γνωρίσει την πνευματικότητα, τη ψυχική επιτάχυνση και τις αλλόκοτες διαπροσωπικές εμπειρίες συνύπαρξης του μοναχικού κοινοβίου, σ’ ένα τοπίο διάστικτο από υπαινιγμούς κάτω απ’ το άπειρο του ουρανού.
Κατά τη διάρκεια αυτών των χρόνων, μέσα από συνεχείς “αντιγραφές” και επανασχεδιασμούς του ψηφιδωτού δαπέδου επιχείρησε να καταλάβει τα μυστήρια που εμπεριέχει, αναζητώντας τη σημασιολογική του δομή αλλά και τη δίνη του. Θα μπορούσε να ορίσει κανείς την κινούμενη ακινησία αυτού του δαπέδου σαν ένα σύνθετο ιδεόγραμμα, σαν ένα συμβολικό σύστημα υψηλής περιεκτικότητας, μια συμπύκνωση του Όλου, που σήμερα αποκαλούμε “αποθήκευση δεδομένων”.
Προτείνω να παρακάμψουμε τους θεολογικούς του συνειρμούς, in lato sensu, και να παρατηρήσουμε τους επανασχεδιασμούς του Αλεξίου σαν ένα είδος θέασης που επιχειρεί να διαπραγματευτεί την αύρα των συγκινήσεων που περιβάλλει το μυστικό του, αποσπώντας ένα κάποιο δέος. Ο Gilles Deleuze, μιλώντας για τον Pierre Klossowski, περιέγραψε ένα πλαίσιο πρόσληψης που μπορεί αν αποδειχθεί χρήσιμο: “Κατά μια άλλη έννοια, η εποχή μας ανακαλύπτει τη θεολογία. Δεν χρειάζεται πια να πιστεύουμε στο Θεό. Αναζητούμε τη ‘δομή’, δηλαδή εκείνη τη μορφή που δύναται να πληρωθεί από πολυειδή θρησκευτικά μορφώματα, μα η οποία δεν έχει διόλου τη χρεία αυτής της πλήρωσης για να χαρακτηριστεί ‘θεολογική’. Στις μέρες μας η θεολογία είναι η επιστήμη μη-υπαρχουσών οντοτήτων”.
Για να συλλάβουμε μια τέτοια διάρκεια και να μεταστοιχειώσουμε αυτές τις “μη-υπάρχουσες οντότητες” χρειάζεται να παράγουμε διαφορά. Θυμίζω τη συνάφεια που διατηρούσε ανέκαθεν στις μη Δυτικές και Ανατολικές κουλτούρες η εντατική εξάσκηση στην επανάληψη με τις τεχνικές της έκ-στασης. Να γιατί η οικειοποίηση του δαπέδου της Μονής μας δίνει τη δυνατότητα να εντοπίσουμε τα χαρακτηριστικά μιας ευρύτερης μεταβολής που πολλοί και με διάφορους όρους δοκίμασαν να περιγράψουν τα τελευταία χρόνια. Ο “μεταπαραγωγός” (postproductive) καλλιτέχνης δεν είναι ένα καινούργιο φαινόμενο αλλά ανήκει σ’ ένα μοντέλο πολιτιστικής συμπεριφορά που προϋπήρχε και διατρέχει όλη την ιστορία των χειροτεχνικών πρακτικών: είναι εκείνος που –κατά το πρότυπο του Νίτσε- επεξεργάζεται τις εντάσεις, τις απορυθμίσεις και τις αποκλίσεις της “αιώνιας επιστροφής” του ιδίου.
Επομένως δεν είναι άξιο απορίας ότι οι διασυνδετικές αλληγορίες της οικειοποίησης πιέζουν τα κλονισμένα όρια ανάμεσα στην αφαιρετική παράδοση της μοντέρνας τέχνης (η οποία -δεν πρέπει να ξεχνάμε- ότι κατάγεται από τη διακόσμηση) και την εδραιωμένη θρησκευτική παράδοση, ανάμεσα στο ορατό και το μη ορατό, την εφήμερη ευαισθησία και τη μεταμορφωτική εμπειρία της εκστατικής πνευματικότητας. Πρόκειται για ένα είδος πνευματικής πρακτικής που μπορεί να καταστεί μικροφυσική (και όχι μεταφυσική) διαδικασία υποκειμενικότητας και να αποκτήσει κοινωνική δυναμική. για μια ημιτελή και επαναλαμβανόμενη διαδικασία που μπορεί κανείς να συνδυάσει ακόμη και με τον ίλιγγο της διευρυμένης συνείδησης, το κοσμολογικό φαντασιακό, τα οπτικά στοιχεία της rave culture ή των τεχνο-ψυχεδελικών βιωμάτων. Επιτείνοντας τα δονούμενα σχέδια του δαπέδου, ο Αλεξίου διερευνά τα όρια της ανθρώπινης όρασης στη διασταύρωσή της με την ψυχογεωγραφία της εμπειρίας στην εποχή που διανύουμε.

Γιώργος Τζιρτζιλάκης



Constellation/
On the work of Nikos Alexiou

“The dialectical image…creates its form much like a constellation of sparkling dots.”
Walter Benjamin

In this time of expanded understanding and re-orientation of contemporary art, the Greek participation in the 52nd Biennale of Venice focuses on the possibilities of the different, the critical re-negotiation of the concepts of identity, the repetition of the same as different, the new condition of handicraft, the sensory materiality and the multiplicity of artistic practices. Nikos Alexiou (born 1960) is the artist who adds tension to these characteristics, representing the emergence of alterity and the innovative relationships between minor and major. In terms of cultural politics, this kind of attitude seems to embody the ambiguities and the dormant potential of the minor “local scene” for participation in the international cultural discourse.
Alexiou belongs to that generation of artists who, during the 1980s, expanded the object of art into the realm of installation, with strong sensual and evocative setting, using disparate materials, textures and techniques as a reaction to the physical and tactile annihilation to which contemporary art was led by the ascendancy of images. He turned from the outset to a fragile and ephemeral world which he introduced into the artistic language, setting the obsessive use of non figurative grids, patterns, decorations and repetitive structures as a kind of existential metaphor.
Alexiou presents in Venice a modular installation inspired by the floor mosaic in the Catholicon of the Iviron Monastery on Mount Athos (10th-11th c. AD). The artist has made frequent visits to Mount Athos and has been hosted at Iviron Monastery at various times from 1995 to date, where he got to know the spirituality, the quickening of the soul and the strange interpersonal experiences of coexisting in monastic communal life, all in a suggestive setting under the infinity of the sky.
During this time, after much “copying” and redesigning of the mosaic he attempted to understand the mysteries it contains as he sought its semantic structure as well as its vortex. One could describe this ‘mobile immobility’ of this floor as a composite ideogram, a symbolically packed system, the kind of condensing of the Whole that we call “data storage” today.
I suggest that we sidestep these theological associations, in lato sensu, and treat Alexiou’s re-elaborations as a kind of approach which attempts to examine the aura of emotions that surrounds his secret and elicit a certain awe. Talking about Pierre Klossowski, Gilles Deleuze described an approach which may prove useful in the present case: “In another respect, it is our epoch which has discovered theology. One no longer needs to believe in God. We seek rather the ‘structure,’ that is, the form which may be filled with beliefs, but the structure has no need to be filled in order to be called ‘theological.’ Theology is now the science of non-existing entities”.
To capture this duration and transmute these “non-existing entities” we need to produce some difference. We must remember here the close relation that has always existed in non Western and Eastern cultures between intensive practice in repetition and the techniques of ecstasy. This is why the appropriation of the monastery mosaic enables us to trace the characteristics of a broader change which many have tried to describe under various terms in recent years. The “postproductive” artist is not a new phenomenon; it forms part of a model of cultural behaviour that has existed throughout the history of manual creations. It is the artist who, according to Nietzsche’s model, processes the tensions and deviations of his own “eternal return”.
So it is no wonder that the interconnective allegories of appropriation are pushing the blurry boundaries between the abstract tradition of modern art (whose roots lie in decoration) and far-reaching religious tradition, between the visible and the invisible, between transient sensitivity and the transforming experience of ecstatic spirituality. We are dealing with a kind of spiritual practice which may become microphysical (and not metaphysical), a process of subjectivity and social force. It is an unfinished and repeated process which one could even associate with the vertigo of expanded conscience, the cosmological imaginary, the visual elements of rave culture or the techno-psychedelic experiences. Intensifying the vibrating patterns of the floor, Alexiou exploits the limits of human sight at the intersection with the psychogeography of experience in the age we live in.

Yorgos Tzirtzilakis